Κανονισμός εργασίας είναι σύνολο διατάξεων, που ρυθμίζουν τις σχέσεις μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου, τα θέματα που έχουν σχέση με την εκτέλεση της εργασίας, όπως θέματα πειθαρχίας και συμπεριφοράς των εργαζομένων μέσα στην επιχείρηση, την εξέλιξη του υπηρετούντος προσωπικού, τον τρόπο διεύθυνσης της εργασίας και γενικά την οργάνωση και λειτουργία των επιχειρήσεων ή οργανισμών.
Οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή και το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο ανήκουν, εφόσον απασχολούν προσωπικό περισσότερο από εβδομήντα (70) εργαζόμενους, έχουν υποχρέωση να καταρτίσουν κανονισμό εργασίας που να ρυθμίζει τις μεταξύ τους σχέσεις που διαμορφώνονται κατά την εκτέλεση της εργασίας (αρθ. 1, Ν.Δ. 3789/1957).
Ο κανονισμός εργασίας αποτελεί υποχρέωση του εργοδότη, η οποία ικανοποιείται είτε με κανονιστικού περιεχομένου ΣΣΕ (παρ. 6, αρθ. 2, Ν. 1876/1990) εφόσον στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση υπάρχει και λειτουργεί επιχειρησιακή συνδικαλιστική οργάνωση, είτε με κοινή απόφαση του εργοδότη και του συμβουλίου εργαζομένων σε μία επιχείρηση (Ν. 1767/1988, όπως ισχύει), είτε μονομερώς από τον εργοδότη με βάση το Ν.Δ. 3789/1957, εφόσον είτε δεν υπάρχει επιχειρησιακή συνδικαλιστική οργάνωση, είτε η υπάρχουσα δεν επιδιώκει να ρυθμίσει με ΣΣΕ το περιεχόμενο του κανονισμού και στην επιχείρηση δεν έχει εκλεγεί συμβούλιο εργαζομένων.
Τέλος, υπάρχουν και κανονισμοί που έχουν ισχύ νόμου, είτε διότι θεσπίσθηκαν αμέσως από το νομοθέτη, είτε διότι εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση νόμου ή κυρώθηκαν με νόμο.